Ντακάρ

Ντακάρ
το г. Дакар

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Смотреть что такое "Ντακάρ" в других словарях:

  • Ντακάρ — (Dakar). Πόλη (2.476.400 κάτ. το 2003) πρωτεύουσα της Σενεγάλης και της ομώνυμης επαρχίας (550 τ. χλμ., 2.628.300 κάτ. το 2003). Βρίσκεται στο νότιο άκρο της χερσονήσου του Πράσινου Ακρωτηρίου, σε έναν από τους καλύτερα προφυλαγμένους κόλπους… …   Dictionary of Greek

  • Σενεγάλη — Κράτος της Δυτικής Αφρικής. Συνορεύει στα Β με τη Mαυριτανία, Α με το Mάλι και στα Ν με τη Γουινέα και την Γκάμπια. Στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεανό.H Σενεγάλη αντιστοιχεί στο ομώνυμο πρώην έδαφος της Δυτικής Γαλλικής Aφρικής (AOF), που… …   Dictionary of Greek

  • Transliteration — (lat. trans, „über, auf die andere Seite“) bezeichnet in der angewandten Linguistik die buchstabengetreue Übertragung von Wörtern aus einer Buchstabenschrift in eine andere Buchstabenschrift. Dabei werden gegebenenfalls diakritische Zeichen… …   Deutsch Wikipedia

  • λίβανος — Κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας, στη Μέση Ανατολή. Συνορεύει στα Β, Α και ΝΑ με τη Συρία, στα Ν με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Δ από τη Μεσόγειο θάλασσα.Περιλαμβανόμενη μεταξύ της οροσειράς του Aντιλιβάνου και της Mπαχρ ελ Mουτεουάσιτ, η Δημοκρατία …   Dictionary of Greek

  • Γκορέα — (Gorie).Νησί του Ατλαντικού, στην είσοδο του κόλπου του Ντακάρ, που ανήκει στη Σενεγάλη. Ονομάζεται και Γκορέε (Goree). Το 1444 εγκαταστάθηκαν στο νησί οι Πορτογάλοι. Αργότερα στη Γ. αποβιβάστηκαν Γάλλοι και Άγγλοι πειρατές. Πρώτη οργανωμένη… …   Dictionary of Greek

  • επικοινωνίας, οδοί — Κατευθυντήριες που ακολουθεί ο άνθρωπος στις μετακινήσεις του. Είναι δυνατόν να είναι χερσαίες (οδικές και σιδηροδρομικές), ποτάμιες ή σε πλωτές διώρυγες, λιμναίες, θαλάσσιες και εναέριες. Ο άνθρωπος επεμβαίνει με την εργασία του μόνο σε ό,τι… …   Dictionary of Greek

  • Καολάκ — (Kaolack). Πόλη (233.300 κάτ. το 2003) της Σενεγάλης, πρωτεύουσα της ομώνυμης επαρχίας (16.010 τ. χλμ., 1.186.300 κάτ.). Βρίσκεται 155 χλμ. ΝΑ της πρωτεύουσας Ντακάρ. Είναι χτισμένη στις όχθες του ποταμού Σαλούμ, ο οποίος είναι πλωτός μέχρι την… …   Dictionary of Greek

  • Μπαμάκο — (Bamako). Πόλη (1.016.167 κάτ.) και πρωτεύουσα του Μάλι και της ομώνυμης περιοχής (267 τ. χλμ.). Η πόλη είναι χτισμένη στην αριστερή όχθη του άνω Νίγηρα, σ’ ένα κυματοειδές υψίπεδο ύψους 328 μ.· η σιδηροδρομική σύνδεση με το σενεγαλέζικο λιμάνι… …   Dictionary of Greek

  • Μπραζά, Πιερ — (Pierre Brazza, Καστέλ Γκαντόλφο 1852 – Ντακάρ 1905). Γάλλος εξερευνητής και στρατιωτικός. Το πλήρες όνομά του ήταν Πιερ Σαβορνιάν ντε Μ. Ιταλικής καταγωγής, εγκαταστάθηκε πολύ νέος στη Γαλλία όπου και έγινε αξιωματικός του πολεμικού στόλου. Το… …   Dictionary of Greek

  • Νταρλάν, Φρανσουά — (Jean Louis Xavier Francois Darlan, Νεράκ 1881 – 1942). Γάλλος ναύαρχος και πολιτικός. Έλαβε μέρος στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και διακρίθηκε ως διοικητής πυροβολαρχιών του γαλλικού πολεμικού ναυτικού. Συνεργάστηκε με τον υπουργό Ναυτικών Ζορζ Λεγκ… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»